Ιατρικά Θέματα
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μεταβολικό νόσημα που χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα και το οποίο οφείλεται είτε σε αδυναμία έκκρισης της ινσουλίνης, είτε σε δυσκολία στη δράση της ή και στα δύο.Σε φυσιολογικές καταστάσεις η γλυκόζη ελέγχεται αυστηρά από την ινσουλίνη, μια ορμόνη που παράγεται από το πάγκρεας. Στις περιπτώσεις σακχαρώδη διαβήτη η ινσουλίνη αδυνατεί να ρυθμίσει τα επίπεδα γλυκόζης και έχουμε υπεργλυκαιμία.
Σύμφωνα με επιδημιολογικά δεδομένα στις Η.Π.Α. 26 εκατομμύρια ασθενείς πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, 79 εκατομμύρια παρουσιάζουν προδιαβήτη, ενώ 7 εκατομμύρια ασθενείς αγνοούν ότι πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη. Ο σακχαρώδης διαβήτης προκαλεί μικροαγγειοπάθεια (αμφιβληστροειδοπάθεια,νεφροπάθεια,νευροπάθεια) και μακροαγγειοπάθεια (στεφανιαία νόσος, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, περιφερική αγγειακή νόσος). Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες σακχαρώδη διαβήτη:
- Σακχαρώδης διαβήτης τύπου Ι ή ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης ή διαβήτης των νέων,
- Σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ ή μη ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβή-της ή διαβήτης των ενηλίκων.
Στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι παρατηρείται προσβολή των β-κυττάρων του παγκρέατος από αυτοαντισώματα και φλεγμονώδη κύτταρα του ίδιου του οργανισμού. Υπάρχει γενετική προδιάθεση χωρίς να είναι σαφώς καθοριζόμενη. Έκθεση σε ιογενείς παράγοντες (παρωτίτιδα,coxsackie), περιβαλλοντικές τοξίνες μπορούν να πυροδοτήσουν τον καταρράκτη της αυτοάνοσης αντίδρασης κατά των β-κυττάρων. Υπάρχει, επίσης, μια μικρή κατηγορία διαβητικών τύπου Ι που η νόσος εκδηλώνεται σε πιο μεγάλη ηλικί-α (L.A.D.A) και δεν μεταπίπτουν σε θεραπεία με ινσουλίνη από την αρχή της νόσου. Στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ το πάγκρεας έχει δυνατότητα παραγωγής ινσουλίνης, αλλά υπάρχει αδυναμία αξιοποίησής της από τους ιστούς, είτε λόγω ινσουλινοαντίστασης, είτε λόγω χαμηλής ευαισθησίας στην ινσουλίνη από μυικό και λιπώδη ιστό. Επίσης, τα β-κύτταρα του παγκρέατος παρουσιάζουν μια σταδιακή μείωση παραγωγής ινσουλίνης, έτσι ένας σημαντικός αριθμός διαβητικών τύπου ΙΙ κάποια στιγμή μεταπίπτουν σε ινσουλινοθεραπεία.
Η διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη γίνεται με απλές αιματολογικές εξέτασεις
Οι διαβητικοί τύπου ΙΙ είναι συνήθως ενήλικες μετά τα 30, αν και τα τελευταία χρόνια ο διαβήτης τύπου ΙΙ εμφανίζεται σε μικρότερες ηλικίες, λόγω κακής διατροφής, παχυσαρκίας, μειωμένης άσκησης. Ο διαβήτης τύπου ΙΙ εμφανίζει ισχυρή γενετική προδιάθεση, αν και η παχυσαρκία αποτελεί ισχυρό προδιαθεσικό παράγοντα. Τα πρόωρα συμπτώματα του σακχαρώδη διαβήτη είναι η πολυουρία, η πολυδιψία, η απώλεια σωματικού βάρους παρά την αύξηση της όρεξης, η ναυτία και έμετοι, καθώς και ευκαριακές λοιμώξεις που καθυστερούν στην αποδρομή τους. Σε παραμελημένες περιπτώσεις ο διαβητικός μπορεί να οδηγηθεί σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο. Η διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη γίνεται με απλές αιματολογικές εξέτασεις:
α) Γλυκόζη νηστείας>126mg/dl σε δύο πρωινές μετρήσεις σακχάρου σε διαφορετικές μέρες,
β) Τυχαία μέτρηση σακχάρου μεγαλύτερη από 200mg/dl,
γ) Παθολογική τιμή σε O.G.T.T (καμπύλη σακχάρου).
Ο διαβητικός θα πρέπει να υποβάλλεται σε τακτικές μετρήσεις σακχάρου στο σπίτι με στόχο την αποφυγή ακραίων διακυμάνσεων του σακχάρου, αλλά και την καλύτερη ρύθμιση αυτού τροποποιώντας ανάλογα την δόση. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο διαβητικός αντιμετωπίζεται ως ένας πιθανός στεφανιαίος ασθενής, εξαντλώντας όλο τον εργαστηριακό έλεγχο για τον αποκλεισμό στεφανιαίας νόσου, αλλά και για την καλύτερη δυνατή ρύθμιση μεταβολικών παραγόντων.